Ομορφιές αφόρητες


ποίηση
εκδόσεις Γαβριηλίδης 2012


ΣΕ ΧΡΟΝΟ ΕΝΕΣΤΩΤΑ

Κι όταν κοιμάμαι τα λόγια μου ξαγρυπνάνε
και περιμένουνε τα γραμμένα
να πάρουνε αγκαλιά τ’ άγραφα ακόμα
κι όλα μαζί στα ίδια κείμενα μέσα
να διαφωνούνε στους αιώνες
ποιος είμαι που τα είπα
γιατί τα καταδίκασα σ’ αιώνια αγρύπνια
δίχως μια καληνύχτα. Καληνύχτα.

Τα λόγια αυτής της Άνοιξης θα τα βρω
στις σβηστές γειτονιές των βιβλίων
στις νυχτωμένες πλατείες των ποιημάτων
παραστρατημένα. Σε μια άδεια τσέπη
όλο κι όλο, ένα αλφάβητο μόνο.
Κι εκείνο τ’ ονειρατάκι ενός και μόνο πεινασμένου
τόσο μεγάλο και μου γονατίζει τη σκέψη.
Με το άλφα με τ’ ωμέγα περπατάω
μες στη νύχτα. Καληνύχτα.

Σε χρόνο Ενεστώτα; Ναι, Ενεστώτα
παρατεταμένο, χωρίς τίποτα αόριστο
χωρίς τίποτα συντελεσμένο ακόμα
και χωρίς τίποτα παρακείμενό του.
Γεννιέμαι, ενεργητική φωνή.
Γερνάω, παθητική φωνή.
Ναι, αντίθετα στη γραμματική.
Αντίθετα σ’ όλους τους χρόνους. Καλημέρα.

γιώργος παναγιωτίδης

  Η γραφή του Παναγιωτίδη είναι μια συγκλονιστική εμπειρία. Συμπράττει με την αποδόμηση του Derrida, συμπορεύεται με την πλατωνική μεταφυσική και αντιστέκεται στην αριστοτέλεια ηθική.  Είναι μια γραφή πλήρης, μια ποίηση χυμώδης, ιδωμένη πολλές φορές από την κριτική ως ποίηση κατόπτρου αλλά είμαι βέβαιος πως θα αποδειχθεί στο μέλλον ως ποίηση με αντικειμενική αίσθηση που θα έχει μεταναγνώσεις.


  Ασκηση ποιητικής -και ένδειξη- ωρίμανσης χωρίς επιτήδευση αποτελεί η τέταρτη ποιητική συλλογή του Γιώργου Παναγιωτίδη «Ομορφιές αφόρητες» (εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2012). Ο λόγος του ποιητή (γενν. 1965) διαθέτει στιλιστικά χαρακτηριστικά δομημένα πάνω σε μια μακρόχρονη «τριβή» με τη σύγχρονη ποιητική παράδοση υποδεικνύοντας την επιθυμία να εκφραστεί με φόρμες που εν πρώτοις δεν παραλληλίζονται (κι εννοείται εδώ ο μοντερνισμός με τον συμβολισμό, την εξομολογητική αφήγηση και τη μετρική επικάλυψη του στίχου). Αλλωστε, «η εμφανής αναφορά στον Ελύτη, στο πρώτο ποίημα και στον Σεφέρη, στο τελευταίο, ο σολωμικός υπαινιγμός επιχειρεί ένα δημιουργικό, διαλεκτικό προσπέρασμα και μια νέα ματιά στον μοντερνισμό της γενιάς του 1930, ένας δρόμος που περνά από την εσωστρέφεια του «τι θέλει να πει ο ποιητής» στην εξωστρέφεια και την αποτύπωση της συναισθηματικής συγκίνησης: «Χρέος άλλο δεν έχω, μόνο να πω, / τις γυμνές πέτρες στων βουνών τ’ αναστήματα / που ατενίζουν τον άνθρωπο, / που χαιρετίζουν τα πέρατα, / εμπρός στης ομορφιάς και στου φωτός το πάλεμα, / της γλώσσας τα θαύματα και του έρωτα την ταπείνωση, / σ’ αυτά είναι όλο το χρέος μου» (από το ποίημα Χρέος). Ο ποιητικός λόγος του Γιώργου Παναγιωτίδη δεν διεκδικεί την απόδοση των σκήπτρων σ’ έναν τραγωδό ή έναν παράτολμο «κατασκευαστή τραγουδιών και τραγουδιστή λέξεων» (κατά τον Τζορτζ Στάινερ) αλλά ως δημιουργικό πνεύμα επιδιώκει να επισύρει την προσοχή στο αίνιγμα των ανθρώπινων διαστάσεων με χαμηλή, όχι μετριασμένη, φωνή, με συγκατάβαση καθόλου θλιμμένη αλλ’ αντιθέτως, κάποιες φορές, με έναν παιχνιδιάρικο τόνο γεμάτον υπονοούμενα για τις επόμενες αναγνώσεις...

Βασίλης Ρούβαλης (εφημ. Αυγή, 10/07/2012)

Θυμικές απολήξεις, Περιοδικό "Κουκούτσι", τχ. 8, Καλοκαίρι - Φθινόπωρο 2013

Παναγιώτης Βούζης, Βιολογικός μαρασμός και αναγέννηση σώματος, Περιοδικό "Πόρφυρας", τχ. 145, Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2012