Ο βίος και η πολιτεία του Ομήρου Ελληνίδη, μια αληθινή ιστορία

Ο Όμηρος Ελληνίδης, μεγαλορρήμων συγγραφέας, έστησε τη μικρή του φήμη κλέβοντας τις ιδέες των άλλων. Εργάστηκε το δυνατό λιγότερο και προτίμησε τα φιλολογικά σαλόνια όπου σύχναζε έστω και με δανεικά κοστούμια. Είχε πάντα έτοιμο κάποιο απόφθεγμα, κλεμμένο, προς εντυπωσιασμό αλλά σκέψη δική του καμία. Ετοίμαζε βιβλία άνευ λογοτεχνικού ενδιαφέροντος, προχειροδουλειές, με μόνο στόχο κάποιο εφήμερο κέρδος. Είχε βέβαια τον τρόπο του να διαφημίζει το έργο του σα να ήταν σπουδαίο και να πείθει πως η συγγραφή ήταν η κοπιώδης καθημερινότητά του. Τα λίγα χρήματα που εντέλει του απέδιδαν τα κακόγουστα βιβλία του τα σπαταλούσε ασκόπως. Εξάλλου οι εκδότες, ως γνήσιοι κερδοσκόποι, υπήρξαν αφειδείς δανειστές του. Κάθε επένδυση από μέρους τους σε βιβλίο του Ελληνίδη ήταν βέβαια καταδικασμένη, αν είχαν να περιμένουν από τις πωλήσεις του, αλλά όλοι τους γνώριζαν πως υπήρχε μια ικανή περιουσία την οποία θα μπορούσαν να του κατάσχουν εύκολα και η ρήτρα αυτή πάντα συνόδευε το κάθε καινούριο συμβόλαιο που υπέγραφε για ένα βιβλίο. Ο μεγαλορρήμων συγγραφέας, Όμηρος Ελληνίδης, κυριευμένος από άκρατο κομφορμισμό, εκμεταλλεύτηκε επιπλέον στο έπακρο όποια προσφορά πλουσίου φιλότεχνου. Όσοι έπεσαν στην παγίδα να του δώσουν χρήματα για να συγγράψει, δεν κέρδισαν άλλο εκτός από μία ακόμα κακόγουστη προχειροδουλειά ενώ ο Ελληνίδης σπαταλούσε ως συνήθως την επιδότηση ενός ακόμα Μαικήνα του σε κάποια κοσμοπολίτικη παραλία. Ιδιαιτέρως του άρεσαν οι τελετές, όσο δε λαμπρότερες, όσο πομπωδέστερες τόσο το καλύτερο. Καθώς μάλιστα ο ίδιος δεν είχε και πολλά να παρουσιάσει για τον εαυτό του, παρουσίαζε στην πρώτη τέτοια ευκαιρία, τους πραγματικά σπουδαίους προγόνους του, πιστεύοντας ότι προκαλούσε ακόμα εντονότερο εντυπωσιασμό. Μπορεί να μην είχε να φάει αλλά τάιζε πάντα πάντες τους συγγραφείς, πλουσιοπάροχα. Ακόμα κι αν ήξερε ότι τίποτα δεν θα είχε να κερδίσει από μια εξαντλητική σπατάλη, φρόντιζε για σπουδαία, ανεπανάληπτα και άνευ προηγουμένου γεύματα, γιατί υστερόβουλος δεν ήταν. Ήταν μόνο λάτρης των δημοσίων σχέσεων και θύμα της ματαιοδοξίας του. Είχε δε το προτέρημα να είναι υπερβάλλων και με τη φιλοξενία. Φιλοξενούσε τους πάντες και τρόπον τινά αγαθός καθώς ήταν κατά βάθος, υπήρξε θύμα εκμετάλλευσης συχνάκις. Λίγο ο ήλιος που είχε καθίσει πάνω του, λίγο η θάλασσα που απλωνόταν στο κτήμα του εμπρός. Διότι ο Όμηρος Ελληνίδης, εκτός από σπουδαιότατους προγόνους, ετύγχανε να έχει τη νομή και την κατοχή ενός ιδιαιτέρως προνομιούχου παραθαλασσίου κτήματος. Πολλά δε θέλει ο άνθρωπος, όσα πάνε κι όσα έρθουν, έλεγε τέτοια πολλά, κλεμμένα όλα, κι έζησε όλη του τη ζωή κοντόφθαλμα χωρίς σκοπό και δίχως ίχνος αγωνίας για το μέλλον του ή για την υστεροφημία του. Ο Όμηρος Ελληνίδης ολίγον καιρό πριν αρρωστήσει βαρέως, δέχτηκε την αυστηρή κριτική του τελευταίου εκδότη του, ο οποίος και του επέβαλε σκληρά μέτρα, όρους και προϋποθέσεις για την έκδοση του επόμενου βιβλίου του. Του ζήτησε το ανήκουστο να δουλέψει σκληρά με λιγότερα χρήματα. Τον πίεζαν βέβαια εν χορώ οι προηγούμενοι εκδότες του, δανειστές και κερδοσκόποι αλλά αρκετά πονόψυχοι, απαιτώντας ελεγχόμενη αναδιάρθρωση του χρέους του. Του πρότειναν ελεγχόμενη πτώχευση, πράγμα που σήμαινε στροφή εκατόν ογδόντα μοιρών στον τρόπο ζωής του. Ο γιατρός από την άλλη αποφάνθηκε επιβράδυνση της ανάκαμψης του. Ο Όμηρος Ελληνίδης σωφρονισμένος ολίγον τι, έως το τέλος του βίου του προσπάθησε να εργαστεί αν και πυρετώδης, πυρετωδώς. Τίποτα δεν έμεινε απ’ αυτόν μετά το πέρας του βίου του παρ’ εκτός η δύσθυμος φήμη του. Έμειναν βεβαίως στη θέση τους και ο ήλιος και η θάλασσα του προνομιούχου κτήματός του μα κι αυτά δεν ήταν πια δικά του. 

γιώργος παναγιωτίδης


 επιστροφή